Οι όροι διενέργειας επανελέγχων από την εφορία

Βραχυχρόνια Μίσθωση
7 Οκτωβρίου, 2024
28 εκατ. ευρώ για πρακτική άσκηση 8.000 προσφύγων
9 Οκτωβρίου, 2024
Δείτε τα όλα

Οι όροι διενέργειας επανελέγχων από την εφορία

09/10/2024

Τι υποδεικνύει ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας όταν προκύπτουν νέα στοιχεία

Φορολογικές υποθέσεις που έχουν ήδη ελεγχθεί και περαιωθεί μπορούν να επανελεγχθούν, εφόσον προκύψουν νέα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι το ύψος της φορολογητέας ύλης είναι μεγαλύτερο αυτού που προσδιορίστηκε από τον αρχικό έλεγχο.

Δυνατότητα επανελέγχου από τις αρμόδιες φοροελεγκτικές αρχές για να προσδιοριστεί η φορολογητέα ύλη σε χαμηλότερο επίπεδο από αυτό του αρχικού ελέγχου ή για να διαγραφεί πλήρως η προκύψασα από τον αρχικό έλεγχο οφειλή φόρου και προστίμων δεν προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία.

Συγκεκριμένα, το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης να διενεργήσει επανελέγχους σε φορολογούμενους που έχουν υποστεί πλήρη ή μερικό φορολογικό έλεγχο προβλέπεται και από τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024) υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

Βάσει του νέου κώδικα, για να διενεργηθεί μερικός επανέλεγχος σε φορολογούμενο που έχει ελεγχθεί αρχικά με πλήρη ή μερικό έλεγχο θα πρέπει να έχουν περιέλθει εκ των υστέρων σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία που δεν είχε στη διάθεσή της κατά τη διάρκεια του αρχικού ελέγχου. Ως «νέα στοιχεία» δεν θεωρούνται τα δεδομένα των υποβληθεισών φορολογικών δηλώσεων, των τηρηθέντων βιβλίων και των εκδοθέντων φορολογικών στοιχείων, καθώς επίσης και οι πληροφορίες για τα υπόλοιπα και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην Ελλάδα. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να έχουν ερευνηθεί με τον αρχικό έλεγχο. Για να διενεργηθεί εξάλλου πλήρης επανέλεγχος σε φορολογούμενο που έχει ελεγχθεί αρχικά με μερικό έλεγχο θα πρέπει να συντρέχουν όλως εξαιρετικές περιστάσεις και να προηγηθεί ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.

Σε κάθε περίπτωση, για να διενεργηθεί οποιοσδήποτε επανέλεγχος θα πρέπει από τα νέα στοιχεία που περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης να προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου.

Σύμφωνα, ειδικότερα, με το άρθρο 27 του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας:

1. Ο έλεγχος, όπως προσδιορίζεται από την εντολή ελέγχου, μπορεί να είναι μερικός ή πλήρης. Μερικός είναι ο έλεγχος που διενεργείται για συγκεκριμένα ζητήματα μιας φορολογίας ή ενός φορολογικού αντικειμένου, τέλους ή εισφοράς, για μία ή περισσότερες φορολογικές περιόδους ή ένα ή περισσότερα φορολογικά έτη. Πλήρης είναι ο έλεγχος που διενεργείται επί συνόλου των σχετικών συναλλαγών για μία ή περισσότερες φορολογίες ή ένα ή περισσότερα φορολογικά αντικείμενα, τέλη ή εισφορές, για ένα ή περισσότερα φορολογικά έτη ή διαχειριστικές περιόδους ή φορολογικές υποθέσεις. Ο μερικός και ο πλήρης έλεγχος είναι οριστικοί.

2. Δεν επιτρέπεται η έκδοση νέας εντολής μερικού ελέγχου για τον ίδιο φορολογούμενο που να καλύπτει χρονικό διάστημα και είδος ελέγχου που έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο μερικού ή πλήρους ελέγχου στο παρελθόν, εκτός αν προκύψουν νέα στοιχεία που δεν μπορούσαν να είναι γνωστά στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον χρόνο του προγενέστερου ελέγχου. Νέα στοιχεία δεν αποτελούν ιδίως:

α) οι κάθε είδους φορολογικές δηλώσεις του φορολογούμενου,

β) στοιχεία για το υπόλοιπο ή τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή,

γ) τα λογιστικά αρχεία (βιβλία και στοιχεία) του φορολογούμενου.

3. Η Φορολογική Διοίκηση δεν δύναται να ελέγξει εκ νέου, στο πλαίσιο πλήρους ελέγχου, στοιχεία που έχουν αποτελέσει αντικείμενο μερικού ελέγχου στο παρελθόν, εκτός εάν συντρέχουν όλως εξαιρετικές περιστάσεις και κατόπιν ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.

4. Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου μετά από πλήρη ή μερικό έλεγχο, σύμφωνα με τις δύο προηγούμενες παραγράφους, μόνο αν από τα νέα στοιχεία προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου.

5. Ο φορολογικός έλεγχος διενεργείται στην εγκατάσταση του φορολογουμένου (επιτόπιος έλεγχος) ή σε άλλον τόπο, όπου προσκομίζονται τα στοιχεία από τον φορολογούμενο (απομακρυσμένος έλεγχος). Ο φορολογούμενος παρέχει στη Φορολογική Διοίκηση κάθε στοιχείο που ζητείται στο πλαίσιο του ελέγχου. Ο χρόνος διενέργειας του επιτόπιου φορολογικού ελέγχου μπορεί να είναι και εκτός του επίσημου ωραρίου της Φορολογικής Διοίκησης.

6. Μετά το πέρας του φορολογικού ελέγχου εκδίδεται έκθεση ελέγχου. Η έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει τις διαπιστώσεις του ελέγχου και συνοδεύεται από πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον απαιτείται. Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου είναι πλήρως αιτιολογημένη και περιέχει, εκτός από τον προσδιοριζόμενο φόρο, τα πρόστιμα που αντιστοιχούν σε παραβάσεις που έχουν διαπιστωθεί. Η έκθεση ελέγχου δεν περιέχει διαπιστώσεις ούτε προσδιορίζει φόρο που δεν εμπίπτουν στην έκταση που προσδιορίζει η αντίστοιχη εντολή ελέγχου.

7. Αν, κατά τη διάρκεια του φορολογικού ελέγχου, ο ελεγκτής διαπιστώσει παράβαση που αφορά χρονικό διάστημα ή είδη φορολογίας τα οποία δεν καλύπτονται από την εντολή ελέγχου και οι σχετικές αξιώσεις της Φορολογικής Διοίκησης δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή, ο ελεγκτής ειδοποιεί αμέσως το αρμόδιο όργανο της Φορολογικής Διοίκησης, το οποίο δύναται να εκδίδει συμπληρωματική εντολή για τον έλεγχο της διαπιστούμενης παράβασης.

8. Οι ελεγκτικές ενέργειες των οργάνων της Φορολογικής Διοίκησης εκτός των εγκαταστάσεων της υπηρεσίας τους, περιλαμβανομένων και των επιτόπιων ελέγχων, καθώς και οι συναλλαγές τους με φορολογούμενους εντός αυτών ή μέσω συστήματος τηλεπικοινωνίας, καταγράφονται με τη χρήση συστημάτων λήψης ή καταγραφής ήχου και εικόνας. Υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων ορίζεται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), η οποία φυλάσσει το καταγραφέν οπτικοακουστικό υλικό για χρονική διάρκεια ίση με τη χρονική περίοδο παραγραφής των ελεγχθεισών υποθέσεων. Το υλικό αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τη Φορολογική Διοίκηση και από τους φορολογούμενους, οι οποίοι αποκτούν πρόσβαση σε αυτό με αίτησή τους.

ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr